Τετάρτη, Αυγούστου 23, 2006

όλα τα χθες

ξαπλωμένος. ορθάνοιχτα μάτια. το i-pod παίζει στο βάθος. music-> playlists-> mellow rock. του άρεσε να φτιάχνει playlists. να μπλέκει φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους τραγούδια και μουσικούς, και το αποτέλεσμα να είναι μεγαλύτερο και καλύτερο από τα κομμάτια που το αποτελούν, να έχει νόημα και λόγο ύπαρξης. ήταν από τα λίγα πράγματα που του άρεσε να κάνει στον ελεύθερο χρόνο του. ίσως να έπρεπε να'χε γίνει dj. αντί για αυτό ετοιμαζόταν να επιστρέψει στην Ελλάδα και να αναλάβει το γραφείο του μπαμπά. πολιτικός μηχανικός από σόι ο κύριος Γιώργος, πολιτικός μηχανικός τελείωνε και ο Αλέξης στην Αγγλία.


δίπλα του η Τόμι. Τομόμι - Κουίνλαν δηλαδή, αλλά όπως όλες οι ασιάτισες στην δύση, έτσι κι αυτή το είχε αλλάξει σε κάτι πιο εύηχο, πιο αγγλικό. κοιμάται γυμνή, τα σάλια του γυαλίζουν ακόμα στο στόμα της και την κοιλιά της. οι φακίδες της σαν άμμος κολλημένη στο πρόσωπο της. σκέφτεται την Ελένη, και τι χαμός θα γινόταν αν μπορούσε να τον δει, γυμνό, στο κρεβάτι με την άλλη. δεν έπρεπε να είχε πιει το τσιγάρο. τα τσιγάρα τον κάνουν να σκέφτεται και το τελευταίο πράγμα που ήθελε τώρα, είναι να σκέφτεται.. ειδικά την Ελένη. που τον περίμενε στην Ελλάδα. και δεν είχε ιδέα. για τίποτα.


"μα τι σκατά τσιγάρο ήταν αυτό?" αναρωτήθηκε..του το'δωσε στριμμένο, έτοιμο, ο τάσος στο union bar, το'χε χώσει στο πουκάμισο του, και το΄χαν πιει με την τόμι..μετά φάγανε δημητριακά με γάλα, κάνανε σεξ σε slow-motion, και αυτή αποκοιμήθηκε χαμογελαστή. "την έχω ακούσει κανονικά" έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται...έβλεπε χρώματα, σχήματα, μιλούσε με τον εαυτό του και κολλούσε για λεπτά στην οθόνη του i-pod που φώτιζε το σκοτεινό και μακρόστενο δωμάτιο της εστίας.


έπρεπε να πάρει τις αποφάσεις του. σε λίγες μέρες κανονικά γύριζε Ελλάδα, σε διακοπές με την Ελένη, και στους δικούς του στην επαρχία. θα πήγαινε φαντάρος, θα έπαιρνε το γραφείο του μπαμπά, και θα παντρευόταν την Ελένη, ή κάποια σαν την Ελένη. θα έκανε 2-3 πιτσιρίκια με τα ονόματα του παππού και της γιαγιάς, που και αυτά θα σπούδαζαν πολιτικοί μηχανικοί-στην χειρότερη τοπογράφοι, και η ιστορία θα έγραφε αλέξης: 0 - ρουτίνα: 1 (τουλάχιστον).


η τόμι χαμογελάει στον ύπνο της. η τόμι που δεν ήξερε για την σχέση του στην Ελλάδα και που τον αγαπούσε. το ήξερε ότι πια τον αγαπούσε, κι ας είχαν ξεκινήσει να βλέπονται μόνο για γαμήσια και βόλτες. η τόμι που θα πήγαινε Νορβηγία σε μια μεγάλη φαρμακοβιομηχανία για δουλειά και που του ζήτησε να πάνε μαζί. που του υποσχόταν παιδάκια με εξωτικά ονόματα και σχιστά ματάκια, καριέρα σε κατασκευαστικές εταιρίες του εξωτερικού, τσιγάρα, σεξ και ζωή σε ξένη χώρα, άγνωστος μεταξύ αγνώστων. η τόμι που ήταν ότι πιο όμορφο του είχε τύχει στα 24 του χρόνια.


έπρεπε να πάρει τις αποφάσεις του, αλλά ήταν τρομοκρατημένος..το τσιγάρο τον είχε διαλύσει, και όταν το ξανασκεφτόταν φοβόταν το άγνωστο. φοβόταν τα καλοκαίρια με επισκέψεις στο χωριό και τις κότες τις φίλες της μάνας του να ψιθυρίζουν: "ο γιος του γιώργου με την κινέζα". φοβόταν τα σπαστά ελληνικά που θα μιλούσε η τόμι, και τα βλέμματα συγκατάβασης (αααχ τι γλυκά που τα μιλάει!) κάθε φορά που θα άνοιγε το στόμα της. τις αντιδράσεις των γονιών του και τα κλάμματα της Ελένης.


ξαφνικά το δωμάτιο γεμίζει από μουσική. κοιτάει τι παίζει: "all those yesterdays". μια φωνή του ψιθυρίζει στο αυτί:
Don't you think you oughtta rest?
Don't you think you oughtta lay you head down?
Don't you think you want to sleep?
Don't you think you oughtta lay your head down, tonight..


κοιτάζει δίπλα του, και βλέπει τον βέντερ να τραγουδάει με κλειστά τα μάτια.. καθώς το τραγούδι δυναμώνει και φουσκώνει σαν κύμα, όλη η μπάντα έχει στριμωχτεί στο μικρό δωματιάκι της εστίας και τζαμάρει το τραγούδι. δίπλα του η τόμι δεν έχει καταλάβει τίποτα, και αυτός τρομοκρατημένος, χαζεύει το τσιγάρο που κρέμεται από τα χείλη του μακρήντι, που κάνει την κιθάρα του να κλαίει και κουνιέται στον υπνωτικό ρυθμό του "yesterdays..".

"fuckin' hell" σκέφτεται, σε άπταιστα αγγλικά, "i'm fuckin' trippin' mate...".

There's time enough for you to lay your head down, tonight.
Tonight.
Maybe it'll wash away all those yesterdays..

o άηρονς χαμογελάει στον γκόσαρντ- που είναι κλασσικά ντυμένος σαν gay βιβλιοθηκάριος και αυτός γρατζουνάει την κιθάρα του σαν να την χαϊδεύει. ο άμεντ υπνωτισμένος πάνω από το μπάσο του, έχει χαθεί στην μουσική...καθώς το τραγούδι δυναμώνει σε ένταση, όλο το συγκρότημα παίζει γι'αυτόν, τα λόγια του βέντερ χτυπάνε κατευθείαν σε έναν καθρέφτη μέσα στο μυαλό του και την ψυχή του, ηρεμεί με το τριπάκι, ανασηκώνεται από το κρεβάτι και τους παρατηρεί να τα δίνουν όλα...

What are you running from?
Taking pills to get along.
Creating walls to call your own.


όλο το δωμάτιο παίζει μουσική, και οι στίχοι του μιλάνε...

το γκρουπ είναι τώρα η καλοδουλεμένη μηχανή που παίζει τέλεια, ένα τέλειο τραγούδι..

You've got time... You've got time to escape. ο άμεντ κουνιέται στο ρυθμό της μουσικής..
There's still time. It's no crime to escape. ο γκόσαρντ χαμογελάει τρυφερά..
It's no crime to escape.
There's still time so escape.
It's no crime, crime...aaahhhhh.. ο βέντερ πετάει το κεφάλι του πίσω και ο μακρήντι επιτίθεται στην διαλυμένη στρατοκάστερ του με μανία και έρωτα. σολάρει κ όλη η μπάντα χοροπηδάει στο τέμπο. ο γκόσαρντ, ο άηρονς και ο άμεντ κάνουν αρμονικές δεύτερες στον βέντερ, ενώ η κιθάρα του μάηκ κλαίει:

all those yesterdaaaaaays, all those yes-teeer-daaaays

all those yesterdays.....

χαμογελάει. όλο το συγκρότημα τώρα έχει γίνει ένα, και παίζει μέσα στο μικρό δωματιάκι. ο βέντερ φτύνει στο πάτωμα, ο άηρονς χτυπάει τα ντραμς του με μανία, ο άμεντ χοροπηδάει και ρίχνει κάτω τα βιβλία της τόμι από το γραφείο της, ο γκόσαρντ χαμογελάει πονηρά κοιτώντας την κιθάρα του, κι ο μακρήντι σολάρει σαν τρελλός δίπλα στην ντουλάπα.

δεν είναι έγκλημα να δραπετεύσεις, έχεις χρόνο να δραπετεύσεις..

κλείνει τα μάτια του προσπαθώντας να ηρεμήσει από την ζαλάδα του τσιγάρου, ενώ το τραγούδι σβήνει στο βάθος. τα ξανανοίγει και το δωμάτιο είναι πάλι άδειο. η τόμι κοιμάται δίπλα του χαμογελαστή.

δεν είναι έγκλημα να δραπετεύσεις, έχεις χρόνο να δραπετεύσεις..

ξέρει τι πρέπει να κάνει. δεν ξέρει αν έχει τα αρχίδια -που λέει κι ο πατέρας του- να το τραβήξει μέχρι τέλους, αλλά θα προσπαθήσει. σκύβει και την φιλάει στο κούτελο, όπως τους νεκρούς. η τόμι ξυπνάει, χαμογελάει, και τον κοιτάει στα μάτια.

δεν είναι έγκλημα να δραπετεύσεις.

3 Comments:

Blogger sorry_girl said...

Αυτές οι φωνές της λογικής..ενοχικά συμπλέγματα καταπιεσμένες παρορμήσεις η φωνή της μάνας "τι δουλειά έχεις εσύ μ' αυτόν" σιχτίρι πια..σταματάω γιατί αντί για comment θα κάνω Post..σιχτίρι πια κουρέλι μ΄έκανες μεσημεριάτικα...
πι ες:γαμάτο...γαμώτο!

2:24 μ.μ.  
Blogger polikarpos said...

3 αληθινές ιστορίες σε μία είναι αυτό το κείμενο, αν και κομματάκι βαρύ. ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια

3:29 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

ax afti i eleni

5:15 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home